Του Σταύρου Καλαφάτη,
βουλευτή Α΄ Θεσσαλονίκης της Νέας Δημοκρατίας
Ένας στους τρεις Έλληνες, το 34,8% του ελληνικού πληθυσμού, συνολικά 3,7 εκατ. άνθρωποι στον τόπο μας, ζουν – σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία της Eurostat – σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού. Είτε δηλαδή θεωρούνται φτωχοί, είτε βρίσκονται σε κατάσταση ένδειας, στερούνται βασικά καταναλωτικά αγαθά και αδυνατούν να ανταπεξέλθουν σε στοιχειώδεις οικονομικές υποχρεώσεις, είτε ζουν σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας. Πρόκειται για κατάσταση πολύ χειρότερη σε σχέση με τα αμέσως προηγούμενα χρόνια και απαιτεί σκληρή διττή προσπάθεια για την επιτάχυνση της ανάπτυξης και τη στήριξη των οικονομικά αδύναμων. Όσο άλλωστε φτωχαίνουν τόσο πολλοί Έλληνες, τόσο θα φτωχαίνει η Ελλάδα, ακόμη κι αν αυξάνεται το ΑΕΠ της.
Στο μεταξύ μείζον πρόβλημα δημιουργείται από τη φυγή μισού εκατομμυρίου νέων και την παρατεινόμενη υπογεννητικότητα. Ενώ, δηλαδή, για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός μιας χώρας χρειάζεται ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή ο μέσος όρος παιδιών ανά ζευγάρι να είναι πάνω από 2,1, ο δείκτης αυτός τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα είναι μόλις 1,26. Προκαλείται, έτσι, διαρκής μείωση του πληθυσμού, η οποία υπολογίζεται να ξεπεράσει τις 800.000 και να φτάσει μέχρι τα 2,5 εκατομμύρια άτομα το 2050. Και οι Έλληνες, από τα έντεκα εκατομμύρια που είμαστε σήμερα θα μείνουμε γύρω στα οκτώ με εννιά εκατομμύρια. Απτή απόδειξη ότι η χώρα συνεχώς μικραίνει.
Δυστυχώς, ωστόσο, κανένα κακό δεν έρχεται μόνο του. Διότι, ταυτόχρονα, η Ελλάδα θα γηράσκει. Σύμφωνα με εθνικές και κοινοτικές μελέτες, κατά την ίδια χρονιά (2050) τα τρία από τα περίπου εννέα εκατομμύρια του ελληνικού πληθυσμού, θα είναι άνω των 65 ετών. Ένας στους τρεις Έλληνες θα είμαστε ηλικίας άνω των 65 ετών. Θα είμαστε, δηλαδή μια χώρα γερόντων, με πολύ μικρότερο εργατικό δυναμικό, που ακόμη κι αν απασχολείται στο σύνολό του – πράγμα αδύνατο – δεν θα μπορεί να στηρίξει κανένα σχέδιο από όσα καταρτίζονται επί χάρτου για την οικονομική ανάπτυξη, την άμυνα, την κοινωνική ασφάλιση, το δημόσιο σύστημα υγείας.
Το συμπέρασμα είναι ήδη εφιαλτικό. Η Ελλάδα φτωχαίνει, μικραίνει και γηράσκει. Συνεπικουρούμενο από την οικονομική κρίση, το δημογραφικό από μείζον κοινωνικό ζήτημα, εξελίχθηκε σε εθνικό εφιάλτη. Και δεν μπορούμε να απαλλαγούμε απ’ αυτόν παρά μόνον εάν ξυπνήσουμε. Σήμερα, όμως, όχι αύριο. Χρειάζεται, άλλωστε, να περάσουν 25-30 χρόνια, ώσπου η αύξηση των γεννήσεων να δημιουργήσει τη γενιά, που θα ενταχθεί στην αγορά εργασίας.