Άρθρο του Σταύρου Καλαφάτη,
βουλευτή Α’ Θεσσαλονίκης της Ν.Δ.
«Κάναμε λάθος και οφείλουμε να το ομολογήσουμε», ανέφερε ο γ.γ του ΟΟΣΑ Ά. Γκουρία, σε εκδήλωση (Παρίσι, 14.9) για τα δέκα χρόνια από την κρίση και πρόσθεσε: «Μπορούμε να ξεκινήσουμε χωρίς να αγνοούμε τα αισθήματα των ανθρώπων που έμειναν στο περιθώριο, αλλά ακούγοντας αυτό που οι άνθρωποι έχουν να μας πουν». Ο επικεφαλής του παγκόσμιου Οργανισμού για την ανάπτυξη, αφήνοντας στην άκρη τα εργαλεία που πουλά, προτάσσει την ανάγκη να ακουστούν αυτοί που γονάτισαν από την κρίση. Και σε αυτό συμφωνούμε απόλυτα. Γιατί ξέρουμε να ακούμε και δεν χαρίζουμε σε κανένα την κοινωνική ευαισθησία.
Ακούμε, καθημερινά, το χαμηλοσυνταξιούχο που δεν τα βγάζει πέρα και αγωνιά μην κοπεί κι άλλο η σύνταξή του. Τον άρρωστο που ταλαιπωρείται στα κέντρα υγείας και τα νοσοκομεία, χωρίς να βρίσκει στοιχειώδεις υπηρεσίες. Τον άνθρωπο που αισθάνεται ανασφάλεια στο σπίτι, τη δουλειά, το δρόμο. Τη μάνα που δεν βρίσκει παιδικό σταθμό για το παιδί της. Το γονιό που βάζει το κλάμα καθώς δεν έχει μισό ευρώ να δώσει στο παιδί του. Το νέο που ψάχνει, μα δεν βρίσκει, δουλειά, αλλά κι εκείνο που αναγκάστηκε να φύγει για να πετύχει μια καλύτερη προοπτική. Τον εργαζόμενο με 360 ευρώ ή και κάτι παραπάνω, που δεν έχει ούτε το νερό να πληρώσει. Το μικρό επιχειρηματία, τον ελεύθερο επαγγελματία, τον αγρότη, που γονατίζει από τους φόρους. Το μαγαζάτορα που έβαλε λουκέτο και αναζητά μια δεύτερη ευκαιρία.
Ακούμε όλους τους Έλληνες, που – χτυπημένοι από την κρίση – ζητούν ένα κάποιο παυσίπονο. Ακούμε όμως, ακόμη πιο δυνατή, την κραυγή για την επούλωση της πληγής και τη βελτίωση του περιβάλλοντος γύρω τους. Ζητούν μια ευκαιρία να σταθούν στα πόδια τους και χώρο να περπατήσουν. Μια δυνατότητα να ξεκινήσουν ξανά. Μια δουλειά για εκείνους και τα παιδιά τους.
Με αυτές τις έγνοιες πολιτευόμαστε. Βάλαμε στόχο τη δυναμική ανάπτυξη που φέρνει περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας. Γιατί, αλλιώτικα, η Ελλάδα δεν πάει μπροστά. Γιατί Ελλάδα είμαστε όλοι μαζί. Και η Ελλάδα σήμερα σέρνεται, γηράσκει και μικραίνει. Και αυτό δεν πάει άλλο. Δεν το αντέχουμε.